Σημείο αναφοράς για την αυτοκίνηση στην αμερικανική ήπειρο, η Corvette έχει συνδεθεί και με την ελληνική «σκηνή» στις παλαιότερες δεκαετίες, παρά το ότι ήταν σπάνιο γεγονός να την συναντήσει κανείς να κινείται δρόμο δίπλα του: από τους «πρώτους διδάξαντες» ο υπάλληλος της πρεσβείας των ΗΠΑ Κίνγκσλεϊ, που αγωνιζόταν με την πανέμορφη «C1» στα αλλοτινά σιρκουί της Ρόδου, της Κέρκυρας και του Τατοίου.
Ακόμη πιο χαρακτηριστική ήταν η παρουσία της «Sting Ray», της περίφημης «στρίγκλας», που στα χέρια του Τζόνι Πεσμαζόγλου κέρδισε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 τα εγχώρια πρωταθλήματα ταχύτητας και αναβάσεων. Δικό της παρέμεινε και το ελληνικό ρεκόρ στην ξεχασμένη σήμερα διαδρομή της Πάρνηθας (6 λ. & 37 δλ.) τον Απρίλη του 1968, την ίδια ημέρα που στο Χοκενχάιμ χανόταν ο πρωταθλητής των Γκραν Πρι Τζιμ Κλαρκ.
Εμπνευστής της θρυλικής σειράς, που πριν δυό χρόνια οι εκδόσεις της συμπλήρωσαν 50 χρόνια στη παραγωγή, ήταν ο σχεδιαστής της GM Χάρλεϊ Ερλ, ο σημαντικότερος του είδους του που έδρασε στην αμερικανική ήπειρο: ένα διθέσιο σπορ μοντέλο ήταν το όραμά του κι αν κρίνει κανείς από το αποτέλεσμα, ο άνθρωπος αυτός δικαιώθηκε σχεδόν αμέσως. Το αυτοκίνητο ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή που παρουσιάστηκε στο κοινό, στα τέλη Ιουνίου του 1953, στο «Μοτόραμα» της Νέας Υόρκης. Ύστερα από δύο χρόνια ο 6κύλινδρος «Blue Flame» έγινε παρελθόν για το μοντέλο, αφού από τότε και μέχρι σήμερα η Corvette συνδέθηκε με τους κινητήρες V8 της GM. To 1963 κατέφθασε στον κόσμο της αυτοκίνησης η έκδοση «C2», γνωστή μας περισσότερο με την ονομασία «Sting Ray».
Η ώρα της «C3», της πιο επιτυχημένης εμπορικά Corvette, ήρθε το 1968. Το ορόσημο των 500.000 μονάδων παραγωγής έγινε πραγματικότητα 11 χρόνια αργότερα, ενώ στο αντίστοιχο του ενός εκατομμυρίου (1992) πρωταγωνίστρια ήταν πλέον η «C4».
Η πέμπτη γενιά του αυτοκινήτου παρουσιάστηκε στην έκθεση του Ντιτρόιτ το 1997 και η έκτη πριν ένα περίπου χρόνο. Το αμερικανικό μοντέλο χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης και στην ευρωπαϊκή ήπειρο, ενώ χάρη στην έντονα σπορ προσωπικότητά του έχει κατορθώσει επάξια να κατακτήσει τον άτυπο –αλλά και ταυτόχρονα πολύ έγκυρο- τίτλο του διαχρονικού. Άλλωστε, όπως όλοι οι φίλοι του αυτοκινήτου γνωρίζουν, κάθε Corvette είναι και μια ξεχωριστή περίπτωση…_Σπ. Χατ.
C1 (1953–1962):69.015*
C2 (1963–1967): 117.964
C3 (1968–1982): 542.861
C4 (1984–1996): 358.180
C5 (1997–2003): 152.500**
C6 (2004-)
*Χωρίς την έκδοση roadster
** Ως τον Ιούνιο του 2002
Βαθμολόγησέ το!
{[['']]}
Εδώ η άποψή σου "μετράει".
Αρκεί να είναι κόσμια. :)